Στα χνάρια του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Εξώφυλλο γερμανικού Τουριστικού Οδηγού για τα ελληνικά νησιά (1987).
Κατά την περίοδο 1970 – 1990 το 59,4% των εκδόσεων που σχετίζονται με την Ελλάδα ως προορισμό είναι ταξιδιωτικοί οδηγοί κάθε είδους και ακολουθούν τα φωτογραφικά λευκώματα με ποσοστό μόλις 15,29%. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τη σημασία που παρουσιάζουν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί για τον Γερμανό ταξιδιώτη.
Παρ’ ότι η Ελλάδα στον ταξιδιωτικό ορίζοντα του μαζικού τουρισμού κατατάσσεται στους προορισμούς αναψυχής, δεν είναι λίγοι οι Γερμανοί που συνεχίζουν να ταξιδεύουν στην Ελλάδα, αναζητώντας την ιδεαλιστική εικόνα της αρχαιότητας. Σ’ αυτό το κοινό απευθύνεται ο τουριστικός οδηγός DuMont που παρουσιάζεται ως ένας ταξιδιωτικός οδηγός τέχνης και ξεναγεί τον αναγνώστη – ταξιδιώτη σε όλα τα ελληνικά νησιά εκτός της Κρήτης. Ένας διαφορετικός εισηγητής καλείται να περιγράψει το κάθε νησί ξεχωριστά, να παρουσιάσει την ιστορία του τόπου, τις προσωπικές του εντυπώσεις και φυσικά τα αξιοθέατα που ενδιαφέρουν τον ταξιδιώτη - λάτρη του πολιτισμού. Ο συγκεκριμένος οδηγός δεν εμπεριέχει πολλές εικόνες και χάρτες. Το κεφάλαιο κάθε νησιού συνοδεύεται από ένα λιτό σκίτσο για τον προσανατολισμό του ταξιδιώτη και σπανιότερα από φωτογραφικό υλικό.
«Οδηγίες επιβίωσης» για τουρίστες: ο Τουριστικός Οδηγός Velbinger.
Η Ελλάδα αποτελεί έναν οικείο, λόγω της κλασικής αρχαιότητας, αλλά συνάμα κι εξωτικό, λόγω της σύγχρονης νεοελληνικής πραγματικότητας, ταξιδιωτικό προορισμό για τους Γερμανούς ταξιδιώτες. Την εποχή της άνθησης του ελληνικού τουρισμού εκδίδονται πλήθος τουριστικών οδηγών για κάθε κατηγορία ταξιδιώτη: οδηγοί πολυτελών αλλά και low budget διακοπών, οδηγοί φυσιολατρικών περιηγήσεων, θαλάσσιων σπορ κ.ά. Η πλειονότητά τους περιλαμβάνει εισαγωγικά σημειώματα για την ιστορία της Ελλάδας, πληροφορίες ανά γεωγραφικό διαμέρισμα, επιλογές για διαμονή, εστίαση και διασκέδαση καθώς και οδηγίες για τις εγχώριες μετακινήσεις. Αρκετά συχνά παρατίθενται στερεοτυπικές πληροφορίες για την καθημερινότητα των Ελλήνων και τις συνήθειες και τους κανόνες που οφείλει να σεβαστεί ο επισκέπτης και αφορούν θέματα όπως ο γυμνισμός, η υπαίθρια κατασκήνωση, η μεσημεριανή σιέστα κ.ά. Τέλος, πολλοί δημοφιλείς οδηγοί, μεταξύ των οποίων κι ο οδηγός επιβίωσης του Martin Velbinger, περιέχουν μικρά γλωσσάρια με λεξιλόγιο για την καθημερινή συνεννόηση των τουριστών με τους ντόπιους, ωστόσο, τις περισσότερες φορές η φωνητική μεταγραφή ακολουθεί τους κανόνες της γερμανικής γλώσσας, γεγονός που σίγουρα δεν διευκολύνει την επικοινωνία!
Η γοητεία της ελληνικής κουζίνας. Βιβλία με ελληνικές συνταγές για τους Γερμανούς τουρίστες και μη.
Πολλοί Έλληνες μετανάστες πρώτης, δεύτερης ή τρίτης γενιάς δραστηριοποιήθηκαν επιχειρηματικά στη Γερμανία με κύριο τομέα ενασχόλησης τη γαστρονομία. Σχεδόν σε κάθε μικρή ή μεγάλη της Γερμανίας υπάρχουν ελληνικά εστιατόρια με ονομασίες όπως «Σαντορίνη», «Μύκονος», «Λιμάνι», «Ποσειδώνας», «Ακρόπολη» κλπ., που γεννούν προσδοκίες μιας χαλαρής ατμόσφαιρας διακοπών με καλό φαγητό και πολύ οuzo! Tα εστιατόρια αυτά συστήνουν την ελληνική κουζίνα στο γερμανικό κοινό και μεταφέρουν ένα κομμάτι Ελλάδας στη γερμανική καθημερινότητα.
Οι Γερμανοί δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ελληνική κουζίνα και επιλέγουν να γεύονται ελληνικά πιάτα και εδέσματα στα ελληνικά εστιατόρια, αλλά προσπαθούν να τα μαγειρέψουν και στο σπίτι τους, ακολουθώντας τις συνταγές ενός βιβλίου μαγειρικής. Οι εκδόσεις μαγειρικών βιβλίων πληθαίνουν κατά τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, την περίοδο δηλαδή που οι Γερμανοί επισκέπτονται μαζικά την Ελλάδα, δοκιμάζουν την τοπική κουζίνα κι αγοράζουν μπαχαρικά και σκεύη μαγειρικής. Οι συγγραφείς τους είναι συνήθως Ελληνίδες που ζουν στη Γερμανία και σπανιότερα κάποιος Γερμανός ή Γερμανίδα που συγκεντρώνει συνταγές από διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Γερμανίδες τουρίστριες στην Ελλάδα. Το βιβλίο Ηelena’s Schwestern. Frauen reisen und leben in Griechenland της Renate Baum (1987).
Renate Baum γεννήθηκε το 1941 στο Βερολίνο. Σπούδασε Γερμανική Φιλολογία και Σλαβικές Γλώσσες στα πανεπιστήμια της Κολωνίας και του Αμβούργου. Εργάστηκε 33 χρόνια ως δημοσιογράφος, συγγραφέας, μεταφράστρια και παραγωγός ντοκιμαντέρ σε συνεργασία με το Freie Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Το 1987 εκδίδει το βιβλίο της Ηelena’s Schwestern. Frauen reisen und leben in Griechenland (Οι αδελφές της Ελένης. Γυναίκες ταξιδεύουν και ζουν στην Ελλάδα), για το οποίο εργάστηκε, συλλέγοντας μαρτυρίες, μελετώντας τη σχετική βιβλιογραφία κι αρθρογραφία της εποχής και επισκεπτόμενη γυναίκες συγγραφείς που καταπιάστηκαν με τη ζωή των γυναικών στην Ελλάδα.
Στο βιβλίο παραθέτει ιστορίες από τη ζωή Γερμανίδων τουριστριών που ταξιδεύουν στην Ελλάδα και ζουν σε διάφορα μέρη της χώρας για μικρά ή μεγάλα διαστήματα, αλλά και ιστορίες από τη ζωή Ελληνίδων που συναντά στα μέρη που επισκέπτεται. Ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου, καθώς και μια διαγώνια ματιά στα περιεχόμενα μαρτυρούν πως δεν έχουμε να κάνουμε με μια λογοτεχνική ανθολόγηση της ζωής αυτών των γυναικών, αλλά με πραγματικές ιστορίες από την καθημερινότητά τους στην Ελλάδα, οι οποίες συγκεντρώθηκαν μετά από συστηματική έρευνα και καταγραφή.
Στον πρόλογο του βιβλίου, η συγγραφέας αναφέρει ότι βρέθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1967 ως φοιτήτρια για ένα Workshop με θέμα τα εγκλήματα των Γερμανών Ναζί κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μαγεύτηκε από το τοπίο και τους ανθρώπους του κι έκτοτε επέστρεφε κάθε χρόνο. Ταξιδεύοντας για είκοσι χρόνια στην Ελλάδα, συνάντησε πολλές μοναχικές ταξιδιώτισσες με τις οποίες μοιράζονταν κοινές εμπειρίες και συναισθήματα: Άλλες ταξιδεύουν περιστασιακά στην Ελλάδα, άλλες μοιράζουν το χρόνο τους μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας και άλλες αποφασίζουν να μείνουν στην Ελλάδα για πάντα, αφού άφησαν πίσω τα σπίτια τους, παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους και τόλμησαν το βήμα προς το γοητευτικό άγνωστο. Γνώρισε επίσης γυναίκες που πέρασαν όλη τους τη ζωή σε ένα μικρό χωριό της Ελλάδας. Η Baum αναζητά τα κίνητρα που ώθησαν τις τουρίστριες από τη Γερμανία να επιστρέφουν για να ζήσουν στην Ελλάδα καθώς και τις εμπειρίες που συνέλεξαν από την περιπέτειά τους. Επίσης μελετά τον αντίκτυπο της επίσκεψης των γυναικών αυτών στην Ελλάδα, δηλαδή πως αντιλαμβάνονται την παρουσία τους οι ντόπιοι και κυρίως οι Ελληνίδες καθώς και τις προσδοκίες που τους δημιουργούνται μετά την άμεση ή έμμεση επαφή με τις τουρίστριες.
Περνώντας τα σύνορα. Σελίδα από διαβατήριο Γερμανού τουρίστα από την Δυτική Γερμανία με σφραγίδες εισόδου και εξόδου στην Ελλάδα (1971).
Οι Γερμανοί τουρίστες έφταναν στην Ελλάδα με πολλά μέσα: αεροπορικώς, με ναυλωμένες πτήσεις, με τρένο και οδικώς μέσα από διαφορετικές πύλες εισόδου. Η διάρκεια της παραμονής επίσης ποίκιλλε ανάλογα αν οι τουρίστες ταξίδευαν μέσω πρακτορείων ή ιδιωτικά. Πολλοί τουρίστες και τουρίστριες παρέτειναν εξάλλου τη διαμονή τους αναζητώντας ευκαιριακές εργασίες στον τόπο διακοπών τους. Οι ταξιδιώτες μπορούσαν να παραμείνουν στην Ελλάδα έως τρεις μήνες. Το διαβατήριο δείχνει ότι ο επισκέπτης από τη Δυτική Γερμανία εισήλθε στην Ελλάδα από το φυλάκιο Ευζώνων στις 4 Αυγούστου 1971 και εξήλθε από το φυλάκιο Κήπων στις 23 Σεπτεμβρίου 1971, παραμένοντας στην Ελλάδα για σχεδόν 2 μήνες, ενώ αργότερα επισκέφθηκε και γειτονικές χώρες όπως είναι η Τουρκία και η Βουλγαρία.